19 Μαΐου 2009

Tanakh - Saunders hollow

To Saunders Hollow εμφανίζει το εξής παράδοξο. Ηχογραφημένο την ίδια περίπου περίοδο με το Ardent Fevers, (αλλά σε άλλη εταιρεία - Camera Obscura), με τον ίδιο παραγωγό (Bryan Hoffa) και τους ίδιους μουσικούς, καταφέρνει να είναι ένα τελείως διαφορετικό άλμπουμ.

Εδώ η Michele Poulos αναλαμβάνει τα ηνία με το μπάσο της και με τη βοήθεια των Isobel Cambell στα φωνητικά, του Alex Neilson στα κρουστά και του Phil Murphy, οδηγεί τους Tanakh σε άλλους δρόμους. Μονοπάτια τζαζ, pop, folk, blues, σκοτεινά και ονειρικά ηλεκτρονικά, Μελωμένα φωνητικά, απαλά μπάσα, καψαλισμένες ηλεκτρικές κιθάρες, δυναμικά κρουστά, βιολιά που θρηνούν, δαιδαλώδεις ηλεκτρονικοί ήχοι, αισθησιακά σαξόφωνα, γκόσπελ όργανα, τσέμπαλα και παλιομοδίτικα πιάνα, folk ακουστικές κιθάρες και μια σειρά από έθνικ όργανα, μας μεταφέρουν στο νέο κόσμο των Tanakh. Έναν μαγικό, Προυστικό λαβύρινθο γεμάτο ομορφιά και μυστήριο.
Camera Obscura, 2007
Read rest of entry

Tanakh - ardent fevers

Το τέταρτο άλμπουμ Ardent Fevers βρίσκει τον Jesse Poe και την παρέα του να συνεχίζουν τις περιπλανήσεις στον κόσμο της ψυχεδελικής pop. Ο Tim Buckley νοερά παρών κι εδώ, μαζί με λίγο Leonard Cohen (Still Trying To Find You Home) και τον Neil Young (Take And Read). Κάτι έχει αλλάξει όμως από τις προηγούμενες αφηρημένες περιπλανήσεις και σε αυτό παίζει ρόλο η συνεργασία με τον κιθαρίστα Umberto Trivella και οι συμμετοχές των Michele Poulos και Alan Davidson των Kitchen Cynics (Winter Song).

Αποτελούμενο από μια σειρά μικρών κομματιών, το Ardent Fevers δείχνει τον χαρακτήρα του από το εναρκτήριο Drink to Sher. Το επίμονο και ξεσηκωτικό μοτίβο της κιθάρας, περικυκλωμένο από απαλά τζαζ πνευστά και ο σταθερός, σχεδόν στρατιωτικός ρυθμός που τελικά δεν εκρήγνυται ποτέ, τραβάνε την προσοχή και σε κάνουν να θες να το ακούς ξανά και ξανά. Αυτή η παρατεταμένη ένταση που σε ιντριγκάρει, κρύβεται και σε κομμάτια όπως το Still Trying to Find You Home ή ακόμα και σε πιο ήσυχα όπως το Hit The Ground και το Restless Hands, κάνοντας ένα flashback στη Βρετανική folk pop των ‘60’s.
Alien8 Recordings, 2006
Read rest of entry

Tanakh - dieu deuil

Σε αντίθεση με το Villa Claustrophobia, το δεύτερο άλμπουμ των Tanakh, το Dieu Deuil είναι λιγότερο ένα πνευματικό ταξίδι και περισσότερο μια εσωτερική βουτιά στην ψυχεδέλεια των ‘70s.

Με επιρροές από Tim Buckley, John Martyn και Fairport Convention, ξεχειλίζει από ψυχεδελικές εμμονές, έντονα αισθησιακά φωνητικά και πλούσιες ενορχηστρώσεις, τολμώντας να πάει ένα βήμα παραπέρα από εκεί που σταμάτησε το Villa Claustrophobia.
Alien8 Recordings, 2004
Read rest of entry

Tanakh - villa claustrophobia

Κάτω από το όνομα Tanakh κι έχοντας ως βάση τη Φλωρεντία, μια ομάδα μουσικών χαμαιλεόντων παίζει κι αυτοσχεδιάζει, χαρίζοντάς μας 4 πανέμορφα άλμπουμ.

Στα 6 περίπου χρόνια της δημιουργίας της, η περιπλανώμενη παρέα συμπεριέλαβε μια πληθώρα αξιόλογων μουσικών στο δυναμικό της και με επικεφαλής τον τραγουδοποιό Jesse Poe, επικεντρώθηκε κυρίως σε όμορφους πειραματισμούς κι εξερευνήσεις, παρά στη δημιουργία ενός προσωπικού ύφους, ακροβατώντας μεταξύ ονειρικού αναγεννησιακού folk, αμερικάνικης indie rock και ποπ διανθισμένης με ηλεκτρονικά ψήγματα.

Το Villa Claustrophobia, αποτελεί το ντεμπούτο των Tanakh που εκείνη τη στιγμή απαρτίζεται από τους Mick Turner (Dirty Three), Jessica Billey (Lofty Pillars), David Lowery (Cracker), Ned Oldham (Palace) και Nirmal Bajekal (μουσικός του Ravi Shankar). Ένα οργανικό πάντρεμα δομημένων μελωδιών από την πλούσια φωνή του Poe, σκοτεινών ινδικών φωνητικών και υπνωτικών ελεύθερων αυτοσχεδιασμών, που καταφέρνει να συνδυάσει την ανατολίτικη πολυχρωμία με τον δυτικό μινιμαλισμό, αφήνοντας μας στο τέλος με μια αίσθηση πληρότητας.
Alien8 Recordings, 2002
Read rest of entry

Glissando - with our arms wide open we march towards the burning sea

Η απτή απόδοση του μουσικού όρου glissando δίνει την αίσθηση του απαλού γλυστρήματος από μια νότα στη διπλανή της, με σκοπό τη δημιουργία μιας άρρηκτης ηχητικής αλυσίδας...

H εισαγωγή στον κόσμο των Glissando γίνεται «γλυστρώντας» μέσα από τους χάλκινους σωλήνες του τρομπονιού του We Are Depleting που μοιάζει να θρηνεί, μιμούμενο τον ήχο των μεγάλων θηλαστικών της θάλασσας… Η αίσθηση αυτής της αέναης περιπλάνησης στους ήχους, συνεχίζεται σε όλη τη διάρκεια της μουσικής ακρόασης, όχι ατάραχα, μιας και τα συναισθήματα παλεύουν αδιάκοπα, οδηγούμενα από τη μελαγχολία στην ανύψωση. Από το έρεβος στο εύθραυστο φως. Από την φαινομενική ακινησία στην ανησυχία...

Εννιά συνθέσεις, που άλλοτε δεν ξεπερνούν το ένα λεπτό αφήνοντάς σε με την προσμονή της συνέχειας κι άλλοτε απλώνονται στον χρόνο, σχεδόν ατέρμονα, βυθίζοντάς σε, σε μια ατμόσφαιρα λυρικά μεθυστική. Στίχοι σκοτεινοί, τρομακτικοί και αφοπλιστικά ειλικρινείς...There’ s a method to our madness… but tonight the answer’ s lost… Τα χάλκινα πνευστά ενώνονται με τα παλλόμενα έγχορδα και τα πλήκτρα του πιάνου, σε ένα περίτεχνο και σκοτεινό σύμπλεγμα και δένονται με ηλεκτρονικούς βόμβους που μοιάζουν με τα πιο λεπτοφτιαγμένα κρυσταλλάκια. Κι όλα υποτάσσονται στη σειρήνια φωνή της Elly May Irvin, που προφέροντας με ξεχωριστό τρόπο τις συλλαβές σαν την ηχώ, αχνοφέγγει…

Συνεργός στη δημιουργία ενός από τους πιο ατμοσφαιρικούς δίσκους, ο Richard Knox και μια ομάδα φίλων. Ο καλεσμένος τους Dave Martin των iLiKETRAiNS, προσφέρει με τα μουρμουριστά φωνητικά του το ιδανικότερο υπόστρωμα στο Grekken, ενώ ο Tom Morris των Her Name Is Calla με τη συμμετοχή του στο αριστουργηματικό Floods οδηγεί τη μουσική σε έναν κόσμο εξωπραγματικό και μια ατμόσφαιρα που εύκολα μπορεί να σε στοιχειώσει...

Καθόλου άδικα λοιπόν, το ντουέτο από την Βρετανία κέρδισε με το With Our Arms Wide Open We March Towards The Burning Sea μια θέση στην καρδιά μου και τη δεκάδα των δίσκων της χρονιάς που πέρασε.
Gizeh Records, 2008

Read rest of entry

17 Μαΐου 2009

Sleepingdog - polar life

Άλλο ένα σχήμα που φέρει έντονα τον όμορφο ατμοσφαιρικό ήχο της Gizeh, έχοντας αρκετά κοινά ηχητικά στοιχεία με τους «συγκάτοικους» Glissando, πέρα από τη συνδρομή του frontman τους Richard Knox.

Η Βελγίδα και Ολλανδοτραφής Chantal Acda, μετά το ντεμπούτο της Naked in a Clean Bed ως Sleepingdog στην Zeal το 2006, μετακομίζει στην Gizeh, έχοντας στο πλάι της τον Adam Wilzie των Stars of the Lid και Dead Texan. Η Acda εμπνέεται από την Ισλανδική εξοχή κι αυτό είναι εμφανές τόσο στο εξώφυλλο του δίσκου, όσο και στους στίχους, ή ακόμη και στον νεραϊδένιο τρόπο με τον οποίο τραγουδά.

Η δομή του Polar Life βασίζεται στην αναζήτηση της ομορφιάς μέσα από την αφαιρετικότητα και τις προσεκτικά δομημένες κινήσεις. Ίσως όμως αυτός ο προγραμματισμός μαζί με την έλλειψη εξάρσεων να είναι και το αδύνατό του σημείο. Κινητήριος μοχλός οι λιτές, σχεδόν μετρονομικές συγχορδίες του πιάνου και η αιθέρια και νανουριστική φωνή της Acda, που αρνείται να ξεφύγει από τον ψίθυρο, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν καταφέρνει να σε παρασύρει στον ονειρικό κόσμο της. Το εναρκτήριο Prophets και το Your Eyes που ακολουθεί, αντικατοπτρίζουν με τον καλύτερο τρόπο τον χαρακτήρα του Polar Life. Πάνω στη βάση αυτή έρχονται να προστεθούν τα μινιμαλιστικά ηλεκτρονικά του Adam, μερικά διάσπαρτα έγχορδα που δεν διαταράσσουν την ηρεμία του συνόλου, οι καμπανιστές νότες του μεταλλόφωνου και του βιμπράφωνου, η συνδρομή μιας ακουστικής κιθάρας στα μοναδικά «ηλιόλουστα» κομμάτια Sunshine Delight και Alleys και το a la Sufjan Stevens μπάντζο του Ardennes (το μοναδικό στο οποίο εμφανίζονται και κάποια υποτυπώδη samples κρουστών).

Όλα χτίζονται με συνεχή κι αθόρυβα βήματα, χωρίς τη διάθεση πειραματισμών ή τη δημιουργία έντονων συναισθημάτων. Έτσι η έννοια των έντονων κορυφώσεων χάνεται και η αρχή και το τέλος φαντάζουν σαν να μην έχουν σαφείς αφετηρίες και καταλήξεις, αφήνοντας τον ήχο να χάνεται κάθε φορά ανεπαίσθητα. Σαν έναν γαλήνιο και παγωμένο περίπατο σε ένα τοπίο του αρκτικού κύκλου...
(Οι λάτρεις της περιπέτειας μπορούν να απομακρυνθούν).
Gizeh Records, 2008
Read rest of entry

Sonny - the spirit of elegy

Σε λάθος χρόνο επέλεξα να ακούσω τον Λονδρέζο Sonny. Δεν του ταιριάζουν οι λιακάδες και το φως. Δεν του ταιριάζει η άνοιξη. Γιατί το Spirit of Elegy κατοικεί σε έναν κόσμο κρύο, νοτισμένο με βικτωριανή υγρασία. Αδιαφανή και σκοτεινό όσο και η πρωινή ομίχλη που καλύπτει τις λίμνες τις αγγλικής εξοχής. Εκεί, όπου το μόνο που αποσπά την ηρεμία των ήχων του νερού και των θροϊσμάτων των φύλλων, είναι οι περαστικοί ανθρώπινοι ψίθυροι και ο απόκοσμος ήχος της καμπάνας. Εκεί όπου τα πάντα είναι βαμμένα στο χρώμα της σέπιας και του λυκόφωτος...

Αυτές μοιάζουν να είναι οι αγαπημένες εικόνες του Sonny και φροντίζει να τις αποτυπώσει στις συνοδευτικές φωτογραφίες του δίσκου, τους τίτλους των τραγουδιών, τους γραμμένους με πένα, καλλιγραφικούς στίχους και τον σαν σε χαραγμένο σε επιτύμβια πλάκα τίτλο του δίσκου.

Ο Sonny θα μπορούσε να είναι το νόθο παιδί των Cocteau Twins και του William Blake. Το αρσενικό alter ego της Kate Bush ή ο απόμακρος αδερφός των Sigur Ros, που σαν σκοτεινό αερικό τραγουδά κρυμμένο στα φυλλώματα και τις σκιές των τάφων…

Το αποτέλεσμα θα μπορούσε να είναι αβάσταχτα ζοφερό, αν δεν ήταν καλυμμένο με ένα πέπλο εξωπραγματικής ποιητικότητας και αναβίωσης του αγγλικού ρομαντισμού του 19ου αιώνα. Η ευλαβική φωνή του με τους γρηγοριανούς βοκαλισμούς κυριαρχεί στο υπνωτιστικό ηχητικό υπόβαθρο των ambient ηλεκτρονικών, των λιτών εγχόρδων και του εκκλησιαστικού οργάνου. Ήχος ραφιναρισμένος και ταυτόχρονα μεστός, που μέσα από εξαιρετικής μελαγχολικής ομορφιάς ενορχήστρωση αποτελεί ένα ολόκληρο κινηματογραφικό ταξίδι στα αγαπημένα τοπία του Sonny με κορυφαία καρέ τα Frost Fair (London Elegy) και Earth and Dust…
Minimal-escent, 2008
Read rest of entry

Gizeh Records - Interview

Γειά σου Richard! Οφείλω να παραδεχτώ πως οι περσινές κυκλοφορίες της Gizeh, σχεδόν μονοπώλησαν το ενδιαφέρον μου. Σύστησε την εταιρεία σε όσους δεν έχουν έρθει ακόμη σε επαφή μαζί της.

Λοιπόν, έχουμε ως έδρα το Leeds (UK) και κυκλοφορούμε δίσκους εδώ και πέντε χρόνια...αρκετά, τώρα που το σκέφτομαι! Οι περισσότεροι συμμετέχουμε σε συγκροτήματα της εταιρείας και κάνουμε lives (δίνουμε συναυλίες) στο Leeds και τις γύρω περιοχές.

Πως προέκυψε το όνομα της εταιρείας;

Είναι η γνωστή Αιγυπτιακή πυραμίδα και στην πραγματικότητα ήταν το όνομα ενός παλιότερου συγκροτήματός μου. Πάντα ήθελα να χρησιμοποιήσω με κάποιο τρόπο το όνομα αυτό. Είναι σαν τις ποδοσφαιρικές ομάδες, Από τη στιγμή που θα διαλέξεις μία, είναι δύσκολο να την εγκαταλείψεις, όσο χάλια κι αν πηγαίνει. Μετά κολλάς μαζί της.

Πρόσφατα η εταιρεία εμπλουτίστηκε με αρκετά νέα ονόματα, όπως Trespassers Willian, Redjetson, κ.α. Μίλησέ μας γι’αυτό.

Είμαστε πραγματικά ενθουσιασμένοι! Σίγουρα η εταιρεία εδραιώνει πλέον ένα προφίλ κι αρχίζει να αποκτά αναγνωρισιμότητα. Είναι επίσης πολύ ευχάριστο το γεγονός ότι τα περισσότερα σχήματα έχουν φιλικές σχέσεις μεταξύ τους κι αυτό βοηθά πολύ και σε συνεργασίες. Για παράδειγμα, οι I Like Trains με έφεραν σε επαφή με τους Redjetson. Από την άλλη, η συνεργασία με τους Trespassers προέκυψε εντελώς τυχαία. Κάποια στιγμή τους ρώτησα αν σχεδίαζαν να έρθουν για περιοδεία στην Αγγλία, μιας και είμαι φαν τους. Κι έτσι βρεθήκαμε. Όπως και με την Anna Lynne, με την οποία ανταλλάσαμε πολύ συχνά απόψεις. Έτσι λοιπόν βρέθηκαν όλα τα σχήματα στην Gizeh, κι όχι επειδή τους είπα «θέλω να υπογράψεις σε μας».

Υπάρχει κάποια πολιτική που ακολουθείς σε σχέση με τα demos; Και με τι ρυθμό καταφθάνουν αυτά;

Δεν υπάρχει κάποια συγκεκριμένη πολιτική. Πάντα χαίρομαι να λαμβάνω demos, κι ακόμη περισσότερο όταν είναι καλοδουλεμένα ακόμη και στην εμφάνισή τους. Δείχνει πραγματικό ενδιαφέρον για τη δουλειά σου το να ξοδέψεις λίγο παραπάνω χρόνο για να «πακετάρεις» όμορφα τη μουσική σου.

Ποιό είναι το μεγαλύτερο όφελος που μπορεί να έχει ένα συγκρότημα υπογράφοντας στην Gizeh;

Καλύτερα να ρωτήσεις τα ίδια τα συγκροτήματα! Μάλλον το γεγονός ότι είμαστε μια μικρή εταιρεία. Δουλεύουμε πολύ στενά με το κάθε συγκρότημα, συζητάμε συνεχώς για τις περιοδείες, τις νέες κυκλοφορίες, ιδέες γενικότερα. Κάθε συγκρότημα έχει επίσης πλήρη έλεγχο όχι μόνο στη μουσική (σαφώς) αλλά και στο artwork. Σίγουρα, αν γνωρίζω πως κάτι θα λειτουργήσει καλύτερα με συγκεκριμένο τρόπο, θα το προτείνω. Αλλά, σε γενικές γραμμές, το ανθρώπινο δυναμικό της Gizeh έχει σπουδαίες ιδέες.

Θεωρείς πως οι κυκλοφορίες σας απευθύνονται σε συγκεκριμένο κοινό;

Πιθανόν. Όχι σκόπιμα όμως. Συνεργαζόμαστε με καλλιτέχνες που έχουν τις ίδιες φιλοδοξίες, γνωρίζουν όμως και τους περιορισμούς του να ανήκουν σε μια μικρή εταιρεία. Όλοι γνωρίζουν πως για να έρθει το επιθυμητό αποτέλεσμα πρέπει να δουλέψουν σκληρά. Κι αυτό από μόνο του είναι για μένα εξίσου σημαντικό με την μουσική ποιότητα.

Υπάρχει –εκτός από τους Glissando- κάποιος αγαπημένος σου δίσκος ή κάποιος που σε συνεπήρε από την πρώτη στιγμή που τον άκουσες;

Σίγουρα η στιγμή της κυκλοφορίας του δίσκου των Glissando ήταν ξεχωριστή εμπειρία. Όλοι όμως οι δίσκοι είναι σημαντικοί, για διαφορετικό λόγο ο καθένας. Το “A Moment of Clarity” των Her Name is Calla ήταν το πρώτο (και ίσως το τελευταίο) βινύλιο που βγάλαμε. Ο δίσκος των Immune ήταν πραγματικός άθλος τη δεδομένη χρονική στιγμή αλλά το αποτέλεσμα ήταν εκπληκτικό. Πρέπει να παραδεχτώ όμως πως όταν άκουσα για άκουσα για πρώτη φορά το “Nylon” στο demo των Her Name is Calla, έμεινα πραγματικά άφωνος!

Πόσο δύσκολο είναι για μια δισκογραφική εταιρεία να επιβιώσει στη σημερινή εποχή του mp3 και που οδηγείται η μουσική βιομηχανία;

Αυτή τη στιγμή η κατάσταση είναι πραγματικά πολύ δύσκολη. Πολλές εταιρείες αγωνίζονται πραγματικά για να επιβιώσουν, αντιπρόσωποι και καταστήματα κλείνουν συνεχώς. Η εποχή είναι πολύ σκοτεινή και πραγματικά βλέπω αίσιο τέλος. Μιλώντας για την Gizeh, ποτέ δεν κέρδισα αρκετά χρήματα και πάντα πάσχιζα να την κρατήσω ζωντανή. Οπότε, τίποτα δεν είναι νέο για μένα. Το σημαντικότερο όλων όμως είναι να εκτιμήσουν ξανά οι άνθρωποι τη μουσική. Νομίζω πως το έχουμε πραγματικά ξεχάσει. Ίσως πάλι να είναι γενικότερο σημείο των καιρών. Πρέπει να αρχίσουμε να σκεφτόμαστε λίγο περισσότερο και να αναλαμβάνουμε την ευθύνη των πράξεών μας. Γιατί είναι πολύ απλό: αν «κλέβεις» τη μουσική, σύντομα δεν θα υπάρχει πλέον αξιόλογη μουσική για να κλέψεις.
Από την άλλη, κατανοώ την δεινή οικονομική κατάσταση που έχει επιφέρει η παγκόσμια οικονομική κρίση. Πρέπει να πληρώσεις για να φας, να ντυθείς, να ζήσεις. Δεν μπορείς να κλέψεις αυτά τα αγαθά. Επομένως είναι πολύ εύκολο να «κλέψεις» αγαθά που μπορείς να βρείς δωρεάν, όπως η μουσική, οι ταινίες...Το άσχημο όμως είναι όταν αυτό γίνεται συνήθεια και θεωρείται από όλους ως κάτι δεδομένο...

Μπορεί μια μικρή εταιρεία να δημιουργήσει έναν σταρ;

Εξαρτάται από το πως ορίζουμε τον σταρ. Οι περισσότεροι αγαπημένοι μου καλλιτέχνες είναι σταρ σε μικρές εταιρίες.

Ποιόν καλλιτέχνη θα ήθελες να δεις στην Gizeh;

Θα μου άρεσε πολύ να κάνω τον επόμενο δίσκο του Tom Waits. Ο τελευταίος του με απογοήτευσε.

Είσαι ο frontman των Glissando. Πως ξεκίνησε όλο αυτό;

Η επαφή μου με τη μουσική έγινε σε αρκετά μεγάλη ηλικία. Στο σχολείο ήμουν παιδί της brit-pop...σύντομα όμως ανακάλυψα τους Eels και τους Super Furry Animals και με τράβηξαν μακριά. Μετά ήρθαν οι Mogwai και οι Slint και αποκρυστάλλωσαν σε μεγάλο βαθμό το μουσικό μου γούστο. Έπαιζα αρκετά σε σχολικές μπάντες, αλλά όταν γνώρισα την Elly (Glissando) ήξερα πλέον πως έπρεπε να δημιουργήσουμε μουσική μαζί.

Πόσο αναμειγνύεσαι στην παραγωγή των δίσκων;

Των Glissando; Σχεδόν στα πάντα! Όσον αφορά στις υπόλοιπες κυκλοφορίες, απλά προτείνω ιδέες και συζητώ τους ενδεχόμενους περιορισμούς και δυσκολίες. Στο μουσικό κομμάτι όμως, ο έλεγχος ανήκει αποκλειστικά στα συγκροτήματα.

Τι άλλαξε από την στιγμή που εκτός από μουσικός έγινες και ιδιοκτήτης δισκογραφικής εταιρείας;


Όχι πάρα πολλά. Πάντα ήθελα να ασχοληθώ και με τα δύο και ξεκίνησαν σχεδόν παράλληλα. Οπότε δεν μπορώ να διακρίνω τη διαφορά.

Νοσταλγείς κάτι από το παρελθόν;

Δεν θα το έλεγα...τα πάντα ακολουθούν μια φυσική πορεία...

Ανησυχείς μήπως η υπερβολική ενασχόληση με την Gizeh επηρεάσει τη μουσική σου δημιουργικότητα;

Δεν έχεις άδικο σ’αυτό. Είναι πολύ πιθανόν να συμβεί αν παρασυρθώ. Και παρασύρομαι εύκολα, μιας και κάνω σχεδόν τα πάντα μόνος. Πολλές φορές δυσκολεύομαι να κρατήσω κάποιο μέτρο ή να διαχωρίσω τις καταστάσεις. Με σκέφτομαι να ασχολούμαι με βαρετούς λογιστικούς υπολογισμούς και ξαφνικά να έχω μια ιδέα για ένα τραγούδι. Παρατάω τα πάντα και την επόμενη στιγμή βρίσκομαι με τα ακουστικά στα αυτιά. Και οι λογαριασμοί ξεχνιούνται...Πάντως δεν είναι πραγματικό πρόβλημα, Είναι συνειδητή επιλογή.

Υπήρξαν στιγμές που σκέφτηκες να τα παρατήσεις;

Αρκετές! Όλοι μας έχουμε τα σκαμπανεβάσματά μας. Οπότε είναι απόλυτα φυσιολογικό να υπάρχουν και τέτοιες στιγμές. Θα είμαι ειλικρινής όμως. Έχω προχωρήσει τόσο πολύ που θα ήταν ανόητο να τα παρατήσω τώρα.

Ποιά είναι τα μελλοντικά σχέδια της Gizeh και των Glissando;

Για την Gizeh θα είναι μια τρομερά φορτωμένη χρονιά με τις κυκλοφορίες των Trespassers William, Redjetson και Worriedaboutsatan. Κι έπειτα ακολουθούν κάποιες νέες κυκλοφορίες για την επόμενη χρονιά.
Με τους Glissando δουλεύουμε πυρετωδώς τον νέο μας δίσκο, ενώ παράλληλα προετοιμάζουμε και κάποια lives για το τέλος της χρονιάς.

Πες μου πέντε ενδιαφέροντες δίσκους που αγόρασες πρόσφατα.


Grouper – Dragging a Dead Deer up a Hill (Type)
Frightened Rabbit – Midnight Organ Fight (Fat Cat)
Goldmund – The Malady of Elegance (Type)
Gregor Samsa – Rest (Own)
Library Tapes – A Summer Beneath the Trees (Make Mine)


Read rest of entry

James Joyce - various artists, chamber music

Τον Μάιο του 1907, αμέσως μετά την έκδοση της σειράς ποιημάτων του με θέμα την αγάπη, ο αντισυμβατικός ιρλανδός συγγραφέας James Joyce, γράφει στον αδερφό του Stanislaus : “I wrote Chamber Music as a protest against myself. Some of the verses are pretty enough to be put to music. I hope someone will do so, someone that knows old English music such as I like.”

Την άποψη αυτή ενστερνίστηκαν κατά καιρούς διάφοροι συνθέτες και τραγουδοποιοί, προερχόμενοι από τελείως διαφορετικά μουσικά περιβάλλοντα, όπως οι Samuel Barber (μελοποίησε έξι ποιήματα του βιβλίου), Luciano Berio, Lou Reed (άμεση αναφορά του Ulysses στο τραγούδι του My House), Van Morrison (Too Long To Exile), Jefferson Airplane (Rejoyce), Jim O’Rourke και Steve Shelley των Sonic Youth, Syd Barrett (ο στίχος του Joyce από το Chamber Music, Lean Out Of The Window, Golden Hair ήταν και ο αρχικός του τραγουδιού του Golden Hair). Έχει ενδιαφέρον να αναφερθεί πως και η Kate Bush προσπάθησε να χρησιμοποιήσει στίχους από το Chamber Music, αλλά το ίδρυμα Joyce της αρνήθηκε.

Όλα τα παραπάνω αποτέλεσαν μεμονωμένες προσπάθειες μελοποίησης των ποιημάτων του Joyce, μέχρι το 2003, όταν ο παραγωγός της Fire Records, James Nichols, “σκόνταψε” πάνω στο Chamber Music, σε ένα βιβλιοπωλείο. Η ιδέα ενός μεγαλεπήβολου σχεδίου γεννήθηκε και κατάφερε να γίνει πράξη πέντε χρόνια αργότερα. Έτσι, έναν αιώνα μετά την έκδοση της συλλογής των ποιημάτων του Joyce, τριάντα έξι καλλιτέχνες γοητεύθηκαν από την ιδιαίτερη ποίησή του κι έδωσαν μουσική πνοή στα ποιήματά του, μέσα από μια διπλή συλλογή.

Αν και οι περισσότεροι συμμετέχοντες έχουν τις ρίζες τους στην αμερικανική rock, indie και folk παράδοση, υπάρχουν αρκετές πιο σκοτεινές και ψυχεδελικές όψεις, όπως και άλλες πιο αιθέρια ηλεκτρονικές ή ανάλαφρες pop.

H Monica Queen (συνεργάτιδα των Belle and Sebastian) μετατρέπει τον πρώτο στίχο σε έναν γλυκόπικρο θρήνο με δυναμικές κιθάρες να τη σιγοντάρουν, ενώ οι War Against Sleep πλάθουν μια πιανιστική μπαλάντα γεμάτη σκοτεινά φωνητικά και gothic μινιμαλισμό. Στο ίδιο περίπου κλίμα κινείται και ο Ed Harcourt, επιλέγοντας να απαγγείλλει τους στίχους, δημιουργώντας έτσι μια κατανυκτική ατμόσφαιρα. Ιρλανδέζικος, χίπικος αέρας από την Jessica Ballif, μια εκδοχή που θυμίζει ύμνο και το Golden Hair του Syd Barrett αυτή των Venture Lift. Ομιχλώδη acapella γυναικεία φωνητικά από τους Virgin Passages και απότομη βουτιά στον droning post-noise ήχο των HTRK. Οι Califone, ο Mike Watt και ο Willy Mason, σε παρασύρουν σε έναν βαλτώδη country americana ήχο, ενώ οι ακουστικές κιθάρες του Owen Tromans επαναφέρουν την αγγλική δόξα. Συχνά το ονειρικό και μελαγχολικό τοπίο μετατρέπεται σε ασαφές, χωρίς ίχνος μελωδίας να διακρίνεται, όπως αυτό των Airport Studies, των Τext Of Light (με τον Lee Ranaldo των Sonic Youth’s) και των Minus 5. Ηλεκτρονικός lounge και trip hop ήχος από τους Sweet Trip και τους Tenebrous Liar, ενώ οι Sphyr, με τις λαουτοειδείς κιθάρες, σε μεταφέρουν ηχητικά στην εποχή του Joyce. Την απαγγελία μέσα σε ένα ηλεκτρονικό σύμπαν επιλέγουν και οι Mercury Rev, οι David Hurn & Abigail Hopkins, οι Gerry Mitchell & Little Sparta ,οι Bardo Pond και οι Kinki, σε αντίθεση με τον ερωτισμό των μελωδιών των Lovetones, των Gravenhurst και του ChristianKiefer, ενώ ξεχωριστά μαγική είναι η σκοτεινή προσέγγιση των Great Depression και των Mountain Men Anonymous με τα εξωπραγματικά φωνητικά.

Πριν τη κυκλοφορία της συλλογής, το Billboard έγραψε πως κάτι που ξεκινά ως απλή συμμετοχή φίλων και εξελίσσεται σε έναν ογκόλιθο συμμετοχών, δεν μπορεί παρά να έχει δύο καταλήξεις: παταγώδη αποτυχία, ή έναν δίσκο σταθμό.

Η συλλογή πέρασε αδικαιολόγητα απαρατήρητη. Σας προτείνω λοιπόν να την αναζητήσετε , να προμηθευτείτε και τα ποιήματα του Joyce (μιας και η Fire Records δεν φρόντισε να συμπεριλάβει ένα booklet με τους στίχους) και να αφεθείτε στη μαγεία της ξεχωριστής ατμόσφαιρας του James Joyce…

Ed Harcourt : Σκέφτηκα να απαγγείλω δυνατά τους στίχους, σαν ένα είδος mantra που φωνάζει ένας ιερέας, δημιουργώντας ολοένα και μεγαλύτερη ένταση. Θα ήταν εύκολος ένας ακουστικός και ήρεμος ήχος, αλλά προτίμησα κάτι διαφορετικό.

Peter Buck (REM / Minus 5): Όταν άκουσα για το project του “Chamber Music”, ήξερα πως έπρεπε να συμμετέχω, μετατρέποντας σε τραγούδι ένα από τα πιο όμορφα ποιήματα του Joyce κι ακολουθώντας τα χνάρια του Syd Barrett.

Lovetones : Ήταν σημαντικό να αιχμαλωτίσουμε την ευαίσθητη και μελαγχολική αύρα του στίχου 35, δίνοντάς του μια ονειρική και ταυτόχρονα ψυχεδελική αίσθηση.
Fire Records, 2008
Read rest of entry

16 Μαΐου 2009

Coldplay - viva la vida or death and all his friends

Λένε πως η πρώτη εντύπωση είναι αυτή που μετράει. Κρατώ στα χέρια μου τον νέο – τέταρτο κατά σειρά – δίσκο των Coldplay, το εξώφυλλο του οποίου κοσμεί το έργο του Ευγένιου Ντελακρουά, Η Ελευθερία Οδηγεί Τον Λαό (La Liberte Guidant La People), ενώ άσπρη μπογιά, σαν γκράφιτι σε κάποιον παλιό τοίχο, σχηματίζει τη φράση Viva La Vida. Κι αναρωτιέμαι αν τελικά στόχος του συγκροτήματος είναι η οπτική, αρχικά, δήλωση της προσωπικής τους επανάστασης.

Τρία χρόνια μετά το X & Y και τις μεγάλες του επιτυχίες, όπως τα Yellow και Clocks, οι Coldplay βρέθηκαν σε αδιέξοδο, φτάνοντας σχεδόν στο χείλος του γκρεμού. Ώσπου ο χώρος ενός αρτοποιείου στα βορειοδυτικά του Λονδίνου αποτέλεσε το καθαρτήριο και το προσωπικό στούντιο ηχογράφησης του νέου άλμπουμ, ενώ το μαγικό άγγιγμα των Μπράϊαν Ίνο και Μάρκους Ντραβς (των Arcade Fire) στην παραγωγή, ήταν το έναυσμα για μεγαλύτερο πειραματισμό στον ήχο και ενός πιο σύνθετου τρόπου μουσικής έκφρασης, αφήνοντας για λίγο πίσω τον γνώριμο ήχο του πιάνου και τις λιτές και «καθαρές» κιθάρες και χρησιμοποιώντας έναν τελείως διαφορετικό σε σχέση με το παρελθόν συνδυασμό οργάνων (samples και συνθεσάιζερ, μεγαλειώδη έγχορδα, εντυπωσιακά κρουστά, ακόμη και περσικό σαντούρι). Κάθε τραγούδι μοιάζει να αποτελεί κι ένα διαφορετικό αποτύπωμα της ζωής, με διαφορετικό τεχνικολόρ χρώμα (όπως προδίδει το εναρκτήριο Life In Technicolor), εκφράζοντας μια πληθώρα συναισθημάτων, πακεταρισμένων σε μοναδικούς συνδυασμούς μελωδιών, ενορχηστρώσεων και αλληγοριών.

Οι Coldplay κρατούν στα χέρια τους όλα τα παραπάνω, καθώς φωτογραφίζονται ντυμένοι ως Γάλλοι επαναστάτες. Μήπως τελικά αυτή είναι η επανάστασή τους;
EMI, 2008
Read rest of entry

Pridon - apnea eina

H freestyle electronica κρύβει μια παγίδα. Ενώ αποτελεί τον ιδανικό χώρο, όπου η φαντασία του καλλιτέχνη μπορεί να καλπάσει οδηγώντας τον σε ανεξέλεγκτους πειραματισμούς και αυτοσχεδιαστικές ελευθερίες, αυτή η ίδια δυνατότητα που του προσφέρει η πληθώρα των "εργαλείων" που έχει στα χέρια του, μπορεί να τον παρασύρει σε χαοτικά ηλεκτρονικά ηχομονοπάτια, καθιστώντας τελικά το αποτέλεσμα μονότονο, άψυχο και κουραστικά επαναλαμβανόμενο. Γιατί η δυσκολία στο να φτιάξεις ένα μωσαϊκό ήχων, δεν έγκειται μόνο στα κομμάτια που θα χρησιμοποιήσεις, αλλά και στη δημιουργία μιας αρμονικής ροής που θα ενώσει ηχητικά το μωσαϊκό αυτό.

Ο Pridon (Πέτρος Βουδούρης), αποδεικνύει πως γνωρίζει καλά όλα τα παραπάνω:
Το Apnea Eina ήταν στη δημιουργία του το πιο περιπετειώδες project που έχω δουλέψει μέχρι σήμερα. Για άλλη μια φορά είχα αποφασίσει να πάρω τον δύσκολο δρόμο και να προσπαθήσω να δέσω διαφορετικά πράγματα μεταξύ τους, γιατί για ένα μεγάλο διάστημα έγραφα καθαρά συναισθηματικά, αδιαφορώντας για σκηνές και είδη σε μεγάλο βαθμό.

Ξεκινώντας το 2005 το ηλεκτρονικό του ταξίδι στην Vibrant Music με το Health Food Scroll (την εταιρεία του Fluxion ή Κωνσταντίνου Σούμπλη), επιστρέσφει στην Πατρινή Low Impedance, αρχικά για το EP New Steine κι έπειτα από τρία χρόνια, το Apnea Eina.

Αναμειγνύοντας δαιδαλώδεις ρυθμούς, freestyle μελωδίες, drum machines, ρετρό αναλογικούς ήχους synthesizer, electro, ambience, σκοτεινές dub δονήσεις και ήχους που παραπέμπουν στους ψυχεδελικούς ηχητικούς πειραματισμούς των '70s και της ηλεκτρονικής σκηνής του Detroit, καταφέρνει να παραμένει απλός κι εκλεκτικός. Συνδετικός ιστός των παραπάνω είναι ο γεμάτος εκπλήξεις αυτοσχεδιασμός του. Δίνοντας έμφαση άλλοτε στα beats, τα click'n'cuts και στα κρουστά κι άλλοτε στη δημιουργία ονειρικών ηχοχρωμάτων, επιτρέπει στον ήχο να κυλά ελεύθερα μέσα από το παιχνίδισμα μιας φουτουριστικής και λιτής ambient με πιο γήινες ατμόσφαιρες.

Σίγουρα, είναι δύσκολο να πρωτοτυπήσεις στο χώρο αυτό και το Apnea Eina είχε κάποιες στιγμές που με παρέπεμψαν στους Plaid (Grid). Νιώθοντας όμως τις μινιμαλιστικές εμμονές του Who Are You, την επιβλητικά συναισθηματική διάθεση του Fumble και τους φοβιστικούς ψίθυρους του Here Be Dragons, αφέθηκα τελικά να κυλώ αρμονικά στους ηχητικούς διαδρόμους του Pridon.
Low Impedance, 2008
Read rest of entry

15 Μαΐου 2009

The Sea still Sings

ξαπλωμένη στο κρεβάτι, προσπάθησε να διώξει μακριά τις θλιβερές αναμνήσεις των πρόσφατων γεγονότων. Η φωνή του Marc Almond της έλεγε περίεργες θαλασσινές ιστορίες για γοργόνες που έστελναν με το γλυκόπικρο τραγούδι τους προειδοποιητικά μηνύματα, τυλίγοντας την καρδιά της ακόμη περισσότερο με το μαύρο παλτό της θλίψης. Πόσο θα’θελε να είχε ακούσει τα μηνύματα τότε, πριν συμβούν όλα. Πόσο θα’θελε να γυρίσει τον χρόνο πίσω και να ξυπνήσει σαν από ένα κακό όνειρο, φευγάτο. Πόσο θα’θελε να επιστρέψει και πάλι στη γαλήνη της θάλασσάς της. Τα συναισθήματα άρχισαν και πάλι να φουσκώνουν επικίνδυνα μέσα της, διαλύοντας κάθε άμυνα. Οι σκέψεις της πνίγηκαν σε μικρές κλωστίτσες δακρύων που ενώθηκαν σε έναν ορμητικό χείμαρρο αναφιλητών, έτοιμου να την καταπιεί. Αφέθηκε ανήμπορη στο κλάμα, ώσπου ένιωσε τα βλέφαρά της να βαραίνουν και την αναπνοή της να εναρμονίζεται με τον ήχο της βελόνας του πικάπ, που μοιάζοντας να έχει βρει σε σκόπελο, τραγουδούσε ρυθμικά, νανουρίζοντάς της…the sea still sings…the sea still sings…

ο ήχος των κυμάτων ανακατεμένος με τα τραγούδια των ανθρώπων που κατοικούν στη θάλασσα, την ξύπνησαν απαλά. Είχε κάτι μελαγχολικό ο τρόπος που τραγουδούσαν , αλλά και συνάμα μαγικό, που ήταν αδύνατο να του αντισταθεί. Ήταν σαν να είχαν τρυπώσει ξαφνικά με τα τραγούδια τους μέσα της και αγγίζοντας απαλά, σαν χάδι την ψυχή της, την οδηγούσαν στοργικά, με αθόρυβα, νερένια βήματα εκεί όπου επιθυμούσε… «Έλα μαζί μας στη θάλασσα και πραγματοποίησε όλα όσα δεν πίστευες ποτέ πως μπορούν να συμβούν.» Έκλεισε τα μάτια, άνοιξε την καρδιά της και αφέθηκε σαν μωρό που ξαναγεννιέται να ακολουθεί τα βήματά τους στην περίεργη ακτή, παραδομένη σ’ αυτή την υγρή μελαγχολία. Μπροστά της ξεδιπλωνόταν ένας φανταστικός κόσμος με τα χρώματα της πιο όμορφης γιορτής και με το κάθε τι να είναι εκεί σαν να ήθελε να σβήσει όλα τα γκρι του μυαλού της. Από τα αγέρωχα πλοία που διέσχιζαν τη θάλασσα, θυμίζοντάς της τους δικούς της δρόμους που έπρεπε να διαβεί και που μέχρι χθες έμοιαζαν να οδηγούν στο πουθενά, μέχρι την αλλόκοτη κοπέλα που καθόταν στην άκρη του βράχου τραγουδώντας για τους ωκεανούς και τα πλάσματα τις θάλασσας που κατάφερναν να πάρουν τα δάκρυά τους και να τα κάνουν γιορτή. Έκλαιγε σαν να βυθιζόταν στον ωκεανό μαζί τους, για να αναδυθεί μεταμορφωμένη σε χαρά και να καθίσει γαλήνια και πάλι στον βράχο της. Από τον μοναχικό φάρο που έστεκε αγέρωχος, κόντρα στις καταιγίδες και συνομιλούσε με τα κύματα, μέχρι τον μυστηριώδη, σκυθρωπό μελαχρινό που περπατούσε στην ακτή μονολογώντας για μια κοπέλα που πνίγηκε και φωνάζοντας υπνωτισμένα το όνομά της, όλα είχαν αποκτήσει πλέον άλλη σημασία. Θυμήθηκε την δύναμη που της έδιναν τα μάτια του και τον πόνο που προκάλεσε το αντίο του, σαν να γέμισαν ξαφνικά τα πνευμόνια της θαλασσινό νερό. Σαν μια τεράστια εσωτερική έκρηξη να σκόρπισε την καρδιά της στον ουρανό σε ένα φαντασμαγορικό κόκκινο πυροτέχνημα. Σαν τεράστια κύματα να πάγωσαν κάθε συναίσθημα και να την φυλάκισαν σε έναν μυστικό τόπο. Θυμήθηκε το βράδυ που δεν μπορούσε να σταματήσει το κλάμα, βυθισμένη στη δίνη των δακρύων της. Άφησε το βλέμμα της να περιπλανηθεί στο ασημί χρώμα της θάλασσας και ένιωσε να χάνεται στη γαλήνη της. Έγινε ο κυβερνήτης της δικής της πορείας και για πρώτη φορά μετά από καιρό ένιωσε ελεύθερη. Αυτή ήταν η ομορφιά της θάλασσας και της ζωής της…

ξαφνικά, ένα χέρι την έβγαλε απότομα από τις σκέψεις και την τράβηξε μαζί του σε ένα δωμάτιο που έμοιαζε να είχε εμφανιστεί εκεί από το πουθενά. Τρομαγμένη, προσπάθησε να προσαρμόσει τα μάτια της στο ανύπαρκτο φως. Μια φωνή πίσω της την καθησύχασε λέγοντάς της πως στο δωμάτιο αυτό θα έβρισκε τις απαντήσεις που πάντα έψαχνε. Και τότε, ο χώρος φωτίστηκε από μια περίεργη ασημένια λάμψη, αποκαλύπτοντάς της ένα αλλόκοτο θέαμα. Δεκάδες βαζάκια, τοποθετημένα πάνω σε ράφια με τελετουργικό τρόπο, λαμπύριζαν, αποκαλύπτοντας το περιεχόμενό τους. Μικροσκοπικούς ιππόκαμπους, που έμοιαζαν να κολυμπούν αδιάφοροι, με μόνη έγνοια να κρατήσουν καλά κρυμμένο το μυστικό που κουβαλούσαν χρόνια. Μικρές, σχεδόν αόρατες ταμπελίτσες όμως στη βάση του καθενός, μαρτυρούσαν αυτό που πασχιζαν να κρύψουν. Κάθε βαζάκι ήταν κι ένα τραγούδι. Και δίπλα του υπήρχε το όνομα του ιππόκαμπου. Θλίψη. Αγάπη. Ευτυχία. Μοναξιά. Κάθε βαζάκι ήταν και μια ανάμνηση, ερμητικά κλεισμένη στα κουτάκια του εγκεφάλου της. Ένα κομμάτι του εαυτού της που…

ένα τρυφερό άγγιγμα την έκανε να πεταχτεί απότομα, βγάζοντάς της από τον βαθύ ύπνο. Ήταν αυτός δίπλα της. Πήρε απαλά το χέρι της στο δικό του, δίνοντάς της την υπόσχεση πως δεν θα άφηνε ποτέ ξανά τα δάκρυά της να κυλήσουν…

μια μικρή ιστορία βασισμένη στο
Watermark,

Read rest of entry
 

inside a deer Copyright © 2009 Black Nero is Designed by Ipietoon Sponsored by Online Business Journal